Ο οινολόγος Γιάννης Παρασκευόπουλος, ο Σέρβος ζυθοποιός Μπόμπαν Κράνιτς και η Αμερικανίδα Μάιντα Αντερσον, που ανέλαβε την οργάνωση της Zυθοποιίας Σαντορίνης στον οικισμό Μέσα Γωνιά του νησιού, μιλούν για μια «τρελή» ιδέα που ωρίμασε και τους χάρισε απρόσμενη όσο και καλοδεχούμενη επιτυχία.
Μασκότ-σήμα που έχουν επιλέξει για την μπίρα τους είναι μάλλον ασυνήθιστη: Ενα γαϊδούρι σαν κι αυτά που κουβαλούσαν τα κοφίνια με τα σταφύλια στα πατητήρια τη δεκαετία του '50 και ανέβαζαν τους τουρίστες στα Φηρά. «Ειδικά για μπίρα που ξεκίνησε ως πείραμα, ναι, είναι ασυνήθιστο! Ομως, τελικά, το όνομα άνοιξε τον δρόμο», ομολογεί γελώντας ο Γιάννης Παρασκευόπουλος. Για τον ίδιο, άλλωστε, ο χώρος δεν είναι καινούργιος. Από τους πιο δραστήριους οινολόγους της γενιάς του, συνιδιοκτήτης της «Γαία Οινοποιητική», ταξιδεύει από άκρη σε άκρη της Ευρώπης υποστηρίζοντας το κρασί της Σαντορίνης. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια έγινε και το «φλερτ»: «Mε τον Στιβ Ντάνιελ γνωριζόμασταν χρόνια, αφού ήταν (και παραμένει) ο διανομέας μας στη Βρετανία με λατρεία για τη Σαντορίνη, όπου περνά τα καλοκαίρια του. Παθιασμένος με τις μπίρες μικρών παραγωγών, είχε πάντα στο μυαλό του μια μικροζυθοποϊία. Τους επόμενους μήνες, μάλιστα, ετοιμάζεται να ξεκινήσει μια αντίστοιχη στο Λονδίνο με την ονομασία Rocky Ηeads».
Με τη Μάιντα Αντερσον και τον Μπόμπαν Κράνιτς η συνεργασία ήταν φυσικό επακόλουθο. «Η Καλιφορνέζα Μάιντα ήρθε στη Σαντορίνη πριν μερικά χρόνια για διακοπές από τις σπουδές της στην Κριτική Κινηματογράφου, όπου γνώρισε τον Μπόμπαν. Ενα βράδυ, λοιπόν, που καθόμασταν οι τρεις μας σε ένα ταβερνάκι έπεσε η ιδέα. Συμφωνήσαμε με νεύματα, με τα μάτια, να δημιουργήσουμε σπιτική μπίρα από μια μικρή ζυθοποιία που θα παράγει 50 λίτρα τη μέρα. Ο Στιβ Ντάνιελ έδωσε τα φώτα του και αναζητήσαμε τον πρώτο χώρο. Στην αρχή ήταν ένα ντοματάδικο δίπλα στο οινοποιείο μας. Τελικά επελέγη ένας φούρνος, σε έναν παραδοσιακό οικισμό στη Μέσα Γωνιά. Παραγγείλαμε μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας από την Αυστρία και την Ολλανδία και ξεκινήσαμε τους πειραματισμούς, αναζητώντας τις καλύτερες πρώτες ύλες». Βύνη από Γερμανία και Αυστρία, λυκίσκο από Νέα Ζηλανδία, Τσεχία και Σλοβενία και μαγιά από το Βέλγιο και τις ΗΠΑ, που με έναν μικρό «άθλο» έφτασαν στη Σαντορίνη. «Και, βέβαια, χρειαζόμασταν μια μασκότ. Σκεφτήκαμε, λοιπόν, ότι η χαρακτηριστική εικόνα της Σαντορίνης αλλά και των Κυκλάδων είναι το γαϊδούρι. Ο Σταύρος Σταυράκης, ιδιοκτήτης του γραφείου Label Press, πήρε την ιδέα και σε λίγους μήνες γεννήθηκε το ?τρελό γαϊδούρι?, με το περιπαικτικό αγγλικό λογοπαίγνιο στο πίσω μέρος της ετικέτας "Hip Hoppy Kick-ass ale"», ξεδιπλώνει την ιστορία ο κ. Παρασκευόπουλος.
Ποικιλίες και αρώματα
Το αποτέλεσμα, όπως εξηγεί ο Μπόμπαν Κράνιτς ήταν «τρεις μπίρες (κατηγορίας) lagered ales, με την ξεδιψαστική δρoσιά της lager και τη μεστή, κέλτικη ομορφιά της πυκνής ale. H ξανθή Yellow Donkey -με λυκίσκο από Νέα Ζηλανδία, Καναδά και Σλοβακία- με ελαφρά καπνιστή πικράδα. Η Red Donkey με λυκίσκο από τη Σλοβενία και τη Νέα Ζηλανδία, βύνη Γερμανίας και καβουρντισμένο άρωμα που εμφιαλώνεται σε μπουκάλι σαμπάνια. Και τέλος η Crazy Donkey, που περιλαμβάνει όλους τους πρώτους πειραματισμούς και είναι η πρώτη καθαρόαιμη India Pale Ale στην Ελλάδα, πολύ πιο πικρή, με μούστο από ασύρτικο κρασί και λυκίσκο από τη Νέα Ζηλανδία». Σημειωτέον, όλες οι μπίρες είναι αφιλτράριστες, απαστερίωτες και δεν περιέχουν συντηρητικά.
Το αποτέλεσμα, όπως εξηγεί ο Μπόμπαν Κράνιτς ήταν «τρεις μπίρες (κατηγορίας) lagered ales, με την ξεδιψαστική δρoσιά της lager και τη μεστή, κέλτικη ομορφιά της πυκνής ale. H ξανθή Yellow Donkey -με λυκίσκο από Νέα Ζηλανδία, Καναδά και Σλοβακία- με ελαφρά καπνιστή πικράδα. Η Red Donkey με λυκίσκο από τη Σλοβενία και τη Νέα Ζηλανδία, βύνη Γερμανίας και καβουρντισμένο άρωμα που εμφιαλώνεται σε μπουκάλι σαμπάνια. Και τέλος η Crazy Donkey, που περιλαμβάνει όλους τους πρώτους πειραματισμούς και είναι η πρώτη καθαρόαιμη India Pale Ale στην Ελλάδα, πολύ πιο πικρή, με μούστο από ασύρτικο κρασί και λυκίσκο από τη Νέα Ζηλανδία». Σημειωτέον, όλες οι μπίρες είναι αφιλτράριστες, απαστερίωτες και δεν περιέχουν συντηρητικά.
«Η αλήθεια είναι ότι το σχέδιο ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αφού πλέον παράγουμε καθημερινά 300 λίτρα», ομολογεί η Μάιντα, που μένει μόνιμα πλέον, χειμώνα - καλοκαίρι στο νησί, μαζί με τον Μπόμπαν, αναλαμβάνοντας την επαφή με τους πελάτες και την προώθηση των προϊόντων. Η ζήτηση βαίνει διαρκώς αυξανούμενη, κάτι μάλλον απρόσμενο, αφού «όταν ξεκινούσαμε, δεν περιμέναμε τέτοια επιτυχία. Ο σκοπός ήταν να τη διαθέτουμε τοπικά και σήμερα είναι αδύνατον να καλύψουμε τη ζήτηση», συμπληρώνει η ίδια. Οπως επισημαίνει, ο βασικός στόχος είναι να καλύψουν πρώτα την αγορά της Σαντορίνης και τους ντόπιους καταναλωτές. «Στην αρχή του εγχειρήματος αναρωτιόμασταν για το κοινό στο οποίο θα απευθυνόμασταν», σημειώνει ο κ. Παρασκευόπουλος. «Αν, όμως, ερχόσασταν σε ένα νησί και σας έλεγαν ότι κυκλοφορεί μια τοπική μπίρα δεν θα θέλετε να τη δοκιμάσετε; Ακόμα και από περιέργεια; Αυτή η περιέργεια ήταν το καλύτερο κίνητρο».
Ετσι, μέσω της προφορικής επικοινωνίας, σε λίγους μήνες οι μπίρες -εκτός από τη Σαντορίνη- έφτασαν σε επιλεγμένα σημεία στην Αθήνα, αλλά και στα κοντινά νησιά. «Μάλιστα, έχουμε δεχτεί παραγγελίες από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Κύπρο, καθώς και από τη Βρετανία. Ο στόχος, όμως, είναι να διατηρήσουμε το τοπικό στοιχείο. Κάτι που σημαίνει ότι αν θα έπρεπε να τη στέλνουμε μαζικά στο εξωτερικό, θα έπρεπε να την παστεριώσουμε, αφαιρώντας έτσι την ιδιαίτερη χάρη της». Τα σχέδια, όμως, στο μυαλό του κ. Παρασκευόπουλου "τρέχουν" και περικλείονται στα εξής: ίσως μια επόμενη μικροζυθοποιία στη Μύκονο ή και στην Πάρο, που θα καλύπτει την τοπική ζήτηση, ίσως μία σειρά από ντόπιο κριθάρι -έχουν γίνει οι πρώτες μελέτες με θετικά αποτελέσματα- και «σίγουρα, μια τέταρτη αριθμημένη μπίρα, που θα λέγεται Wild Donkey και θα περιέχει, επιτέλους, όλους τους πειραματισμούς και τις καινοτομίες μας».
Οση ώρα διήρκεσε η συζήτησή μας, ο κ. Παρασκευόπουλος δεν ανέφερε ούτε μία φορά τη λέξη «κρίση». Χωρίς να παραγνωρίζει την τύχη, θεωρεί ότι η καλή ιδέα λειτουργεί καταλυτικά σε τέτοιες περιπτώσεις: «Οταν υπάρχουν καλές ιδέες τίποτα δεν μπορεί να τις σταματήσει. Αν και πρέπει να ομολογήσουμε ότι κάναμε ένα λάθος σε αυτή την ιστορία: Υποτιμήσαμε την εύνοια της τύχης», καταλήγει, εννοώντας το «γούρι» και την καλοτυχία που τους έφερε ο γάιδαρος που απεικονίζεται στις ετικέτες.
Ηφαιστειακή γεύση
Το νερό της Σαντορίνης
Το νερό της Σαντορίνης
«Για μια μπίρα, το νερό είναι το 90% της επιτυχίας», εξηγεί ο Μπόμπαν Κράνιτς. Και στην περίπτωση των Yellow Donkey, Red Donkey και Crazy Donkey, η επιλογή δεν είναι τυχαία. «Αν και χρη-σιμοποιούμε νερό από τις γεωτρήσεις που τροφοδοτούν όλο το νησί -θεωρείται εξαιρετικά σκληρό για παρασκευή μπίρας-, με την κατάλληλη επεξεργασία γίνεται ένα υγρό διαμάντι που έχει απορροφήσει όλα τα συστατικά του ηφαιστειακού εδάφους». Αυτό κάνει και τη διαφορά ανάμεσα σε μια μπίρα που φτιάχνε-ται με τα ίδια υλικά σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. «Στην πραγματικότητα, κάθε περιοχή δίνει τη δική της μπίρα και αυτή είναι η ομορφιά των μικρών μονάδων που αξιοποιούν τα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Στην μπίρα, άλλωστε, δεν υπάρχει συνταγή. Οσο δοκιμάζεις μαθαίνεις», αναφέρει ο ίδιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου