Φέτος έχουν ανοίξει 45 καταστήματα και μέχρι το τέλος της χρονιάς θα προστεθούν άλλα 20 περίπου ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό σε 220. Αντίστοιχοι ήταν οι ρυθμοί ανάπτυξης και το 2013 και εάν όλα συνεχισθούν έτσι μέσα στους επόμενους μήνες θα σκαρφαλώσει και άλλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο και από την 12 θέση που βρίσκεται τώρα, οι αρχές του 2015 θα την βρουν μέσα στην πρώτη δεκάδα. Πόσο καφέ επεξεργάζεται στις εγκαταστάσεις της στην Πάτρα; Πάνω από 45 τόνους τον μήνα, και μέσα στο πρώτο εξάμηνο θα λειτουργήσει μία νέα μονάδα στην ίδια περιοχή που θα δώσει περαιτέρω δυνατότητες ανάπτυξης και ασφάλεια ποιότητας. Πόσοι εξυπηρετούνται από τα καταστήματα; Πάνω από 120.000 καθημερινοί πελάτες που συνεχώς αυξάνονται όσο επεκτείνεται η αλυσίδα. Και πόσοι εργαζόμενοι; Πάνω από 1300 στο δίκτυο της αλυσίδας και όπως λέει και ο Κωνσταντίνος “αν αναλογιστούμε ότι σήμερα υπάρχουν εργοστάσια βαριάς βιομηχανίας που απασχολούν 200 άτομα, μιλάμε ουσιαστικά για 6-7εργοστάσια. Και πλέον έτσι όπως έχουν φτάσει τα πράγματα με την ανεργία όταν λες 1.300 άτομα μπορεί εννοείς 1.300 οικογένειες. Αυτό αν θες είναι και το δικό μας μερίδιο κοινωνικής ευθύνης. Δεν είναι μόνο πως θα φτιάξω ένα καλό προϊόν για να προσφέρω στον πελάτη αλλά πως θα εξασφαλίσω ότι τουλάχιστον αυτοί οι υπάλληλοι και οι συνεργάτες θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά και μακάρι να μπορέσουμε να τους αυξήσουμε”.
Όλα αυτά τα νούμερα που είναι αποτέλεσμα μίας ταχείας ανάπτυξης δημιουργούν και ένα φόβο ότι μπορεί τόσο όσο εύκολα αντίστοιχα να σπάσει η φούσκα του καφέ. Αν και προσπαθώ να το πω όσο πιο περιφραστικά γίνεται και να αποφύγω την λέξη φούσκα, η απάντηση δείχνει ότι έχει πιάσει ακριβώς το νόημα της ερώτησης. “Δεν πρόκειται να δεχθώ για την δική μας αλυσίδας χαρακτηρισμούς του τύπου «φούσκα». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν με φοβίζει αυτό το πράγμα. Επειδή στην εταιρεία βρίσκομαι περίπου πέντε χρόνια, έχω ζήσει και πολύ δύσκολες στιγμές, και στιγμές που υπήρχε πρόβλημα επιβίωσης και έχω πλήρη επίγνωση του πόσο πραγματικά υγεία βγάζει σήμερα αυτή η εταιρεία. Όταν έχεις ένα τόσο μεγάλο δίκτυο, όταν έχεις τόσους ανθρώπους να δουλεύουν, όταν έχεις αποφασίσει να πρωταγωνιστήσεις, το να πεις ότι επαναπαύομαι και δεν φοβάμαι τίποτα, τουλάχιστον υπερόπτης αν όχι αφελής θα πρέπει να χαρακτηρισθείς. Για αυτό αλλάξαμε εταιρική ταυτότητα, τα ίδια τα καταστήματα, για αυτό παλεύουμε για τον καφέ μας να είναι ο καλύτερος, για αυτό παλεύουμε να μειώσουμε τα κοστολόγια, για αυτό πηγαίνουμε και εκπαιδευόμαστε, για χίλια δύο άλλα «για αυτό». Γιατί φοβόμαστε και δεν θέλουμε να μείνουμε στάσιμοι και να φτάσει κάποια στιγμή που θα μας βαρεθεί ο κόσμος. Ό Έλληνας δεν είναι εύκολος πελάτης. Δεν συγχωρεί ο Έλληνας. Κάθε μέρα πρέπει να του αποδεικνύεις ότι είσαι ο καλύτερος. Δες στο ποδόσφαιρο: έβαλες γκολ είσαι θεός, έχασες πέναλτι στο καναβάτσο”.
Η εταιρεία είχε πρόσφατα δύο σημαντικές διακρίσεις. Η μία αφορά τα European Business Awards που απέσπασε το βραβείο του national winner και θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Ευρώπη και η δεύτερη στα European Coffee Awards όπου επιλεγεί για να διεκδικήσουμε την πρωτιά στην Νότια Ευρώπη. Η κινητικότητα αυτή για διεκδίκηση διακρίσεων δημιουργεί εύλογα την απορία εάν σχετίζεται με την επιθυμία για περαιτέρω διείσδυση στην αγορά του εξωτερικού (σήμερα είναι σε Κύπρο, Αλβανία και Ρουμανία). “Σαφέστατα, είναι διαβατήρια ή ασφαλιστικές δικλίδες που θα απαιτήσει οποιοσδήποτε σοβαρός επιχειρηματίας ή επενδυτής θέλει να επενδύσει σε εσένα όταν αποφασίσεις να επεκτείνεις το δίκτυο σου σε αγορά του εξωτερικού. Δυστυχώς η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και τα εχέγγυα που μπορείς να έχεις σαν ένα ελληνικό brand δεν είναι τόσο δυνατά και δεν προσφέρουν κάποια ασφάλεια. Αναγκαστικά θα πρέπει να καταφύγεις σε τέτοιες διεξόδους ώστε να κερδίσεις κάποια bonus ώστε να έχεις κάποια πλεονεκτήματα όταν βρεθείς μπροστά στην αξιολόγηση ενός επενδυτή”.
Ως πρώτη αγορά βλέπει αυτή του Λονδίνου. “Είναι μία πολύ ιδιαίτερη πόλη, πολυπολιτισμική και ουσιαστικά η μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης. Είναι στο μικροσκόπιο μας εδώ και πάνω από ένα χρόνο αλλά έχουμε κάνει πίσω καθώς δεν θέλουμε να κάνουμε κάτι επιπόλαιο με το οποίο η Coffee Island θα έχανε παρά θα κέρδιζε σαν brand. Είναι πολύ εύκολο να λες ένα όνομα, μία πόλη, μία χώρα, αλλά πίστεψε με είναι πολύ δύσκολο να το υλοποιήσεις. Κατ' αρχάς πρέπει να σεβαστείς την κουλτούρα του. Δεν μπορείς να πας με τον αέρα του: «θα πάω εγώ και θα μάθω στον άσχετο τον Εγγλέζο να πίνει φραπέ», είναι εντελώς λάθος προσέγγιση. Πρέπει να αποδεχτείς τις ιδιαιτερότητες του, τις συνήθειες του και μετά να προσφέρεις ότι εσύ πιστεύεις ότι μπορεί να τον εκπαιδεύσεις”.
Στην συνέχεια η κουβέντα έρχεται για το πως βλέπει το μέλλον της “πιάτσας” του. “Η Ελλάδα στο λιανικό εμπόριο και στις υπηρεσίες, ανέπτυσσε, αναπτύσσει και θα συνεχίσει να αναπτύσσει νέα concept και καινούργιες ιδέες. Πιστεύω ότι τα επόμενα χρόνια θα ζήσουμε πολύ ωραία πράγματα με νέους τύπους καταστημάτων, είτε αυτά θα δημιουργηθούν από Έλληνες είτε θα έρθουν από το εξωτερικό. Στο συγκεκριμένο τομέα είμαι πολύ αισιόδοξος και υπάρχει χώρος για όλους. Και για αυτούς που υπάρχουν ήδη και για αυτούς που θα έρθουν. Προσωπικά δεν θεωρώ ανταγωνιστή με την κακή έννοια ούτε τα Mikel, ούτε τα Everest, ούτε τον Γρηγόρη. Αυτό είναι κάτι που δημιουργείται κυρίως εσείς οι δημοσιογράφοι καθώς από ότι φαίνεται «πουλάει». Αν δεις είμαστε όλοι διαφορετικοί και όλοι καταφέρνουμε και επιβιώνουμε. Δικό μου πιστεύω είναι ότι ο ανταγωνισμός δημιουργεί ευκαιρίες και ουσιαστικά ταρακουνάει για να μην μένεις στάσιμος, να εξελίσσεσαι και να παλεύεις για το καλύτερο. Το να ήταν ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός μόνος του στο πρωτάθλημα, χωρίς ανταγωνισμό, θα έβγαινε την επόμενη στην Ευρώπη και δεν θα έκανε τίποτα. Ο ανταγωνισμός βοηθάει και θα πρέπει να βλέπουμε πάντα την θετική του πλευρά”.
Κλείνουμε την συζήτηση με αυτή την ιδιαίτερη σχέση που έχει ο Έλληνας με τον καφέ. “Κάποια στιγμή θα πρέπει να γραφτεί ένα βιβλίο για αυτή την σχέση, δεν ξέρω αν θα βρω τον χρόνο να το κάνω εγώ. Να μπει σε μία βιβλιογραφία γιατί για παράδειγμα ο Έλληνας πίνει ελληνικό καφέ, και γιατί τις συγκεκριμένες ποικιλίες που δεν βρίσκεις πουθενά στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η κουλτούρα του Έλληνα με τον καφέ έχει άλλάξει πάρα πολύ. Από μαθητές που ήμασταν στο σχολείο θυμάμαι ότι κρυβόμασταν από τους γονείς μας να μην μας δουν ότι είμαστε σε καφετέρια. Γιατί θεωρούνταν ότι στις καφετέριες καπνίζεις, παίζεις τάβλι και πίνεις και καφέ που ο καφές κάνει κακό. Δυστυχώς ποτέ στην Ελλάδα δεν μπορέσαμε να συνειδητοποιήσουμε την μαγεία που έχει αυτό το προϊόν και πάντα το είχαμε συνδέσει με αρνητικές έννοιες.
Όσο αφορά το κομμάτι καφές και κοινωνικοπολιτικό στάτους εδώ υπάρχει σοβαρή αλλαγή. Σε μια ελληνική πραγματικότητα η οποία ήταν χτισμένη επάνω στην υπεραξία από τα ακίνητα έως τα ρούχα που φοράμε, ενδεχομένως το Coffee Island να μην είχε καμία θέση ή να είχε ένα πολύ μικρό μερίδιο της αγοράς γιατί δεν στοχεύουμε εκεί. Κάποτε ο καφές αποτελούσε στην Ελλάδα ένδειξη στάτους: «Εγώ θα πάω στην συγκεκριμένη καφετέρια, στην συγκεκριμένη περιοχή ή θα κυκλοφορήσω με το συγκεκριμένο ποτήρι καφέ στο χέρι, της συγκεκριμένης αμερικάνικης αλυσίδας που δηλώνει κάτι». Δηλαδή το που θα πιω τον καφέ μου δήλωνε το ποιος είμαι, το που δουλεύω και ενδεχομένως και το πόσα λεφτά βγάζω. Όλα αυτά φυσικά έχουν αλλάξει. Ο καταναλωτής έχει φάει ένα πολύ δυνατό χαστούκι, μακάρι να έχει συνέλθει από αυτό το χαστούκι, και έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί την αξία αυτού που πάει να αγοράσει. Δεν θα δεχθεί να πληρώσει κάτι που μπορεί να είναι δυνατό brand name αλλά πολύ κακής ποιότητας. Όσον αφορά τον δικό μας τον χώρο έχουμε παρατηρήσει ότι ο πελάτης ψάχνει να βρει τον καλό καφέ σε μία σωστή τιμή και μία ευγενική και προσεγμένη εξυπηρέτηση. Εγώ χαίρομαι να έρχονται πελάτες ή φίλοι και να μου κάνουν παράπονα. Να μου λένε ότι πήγα στο άλλο σας κατάστημα και ο καφές δεν ήταν τόσο καλός όσο στο άλλο. Χαίρομαι γιατί δεν περνάω απαρατήρητος. Δεν θέλω ούτε να μου χαϊδεύουν τα αφτιά, ούτε να περνάω απαρατήρητος, ούτε να είμαι αδιάφορος. Στην τελική θέλω ένας πελάτης που θα πάρει ένα καφέ από εμάς και τον έχει πληρώσει 1,20, 1,50 ευρώ να πάει στο γραφείο και να νιώσει υπερήφανος για την επιλογή του”.