Περί
τα μέσα Οκτωβρίου του 1929 η Γουόλ Στριτ στη Νέα Υόρκη άρχισε να
κλονίζεται συθέμελα δίνοντας το στίγμα αυτού που επρόκειτο να
ακολουθήσει, της "Μεγάλης Ύφεσης", όπως έμεινε στην ιστορία η μεγαλύτερη
οικονομική κατάρρευση της σύγχρονης ιστορίας.
Το
παλιρροϊκό κύμα της κρίσης, που διήρκεσε από ένα μέχρι δέκα χρόνια σε
διάφορες χώρες ανά τον πλανήτη, έφτασε – όπως ήταν φυσικό – και στην
Ελλάδα. Τα πολύ σοβαρά προβλήματα ξεκίνησαν το φθινόπωρο του 1931 και η
κατάσταση επιδεινώθηκε την επόμενη άνοιξη, οπότε η χώρα οδηγήθηκε
ουσιαστικά σε χρεοκοπία.
Ένα
στιγμιότυπο της κρίσης αυτής, όπως τη βίωσαν οι κάτοικοι μιας γωνιάς
της ελληνικής γης, του Μουζακίου Καρδίτσας, μεταφέρει μέσα από μελέτη
του ο ερευνητής Γιώργος Γούσιας.
"Το
Σάββατο 4/6/1932, στο Μουζάκι κατέβηκε πλήθος αγροτών από τα πιο
κοντινά ως τα πιο απομακρυσμένα χωριά της περιοχής και συγκρότησαν μια
αυθόρμητη διαδήλωση απαιτώντας καλαμπόκι. Χιλιάδες πεινώντων ορεινών
Δήμων Αγράφων, Απεραντίων, Ιθώμης και Γόμφων κατήλθον ενταύθα να
προμηθευθώσιν αραβόσιτον και μη ευρόντες συνεκρότησαν συλλαλητήριον
αυθόρμητον, μετέβησαν Ειρηνοδίκην Αστυνόμον, ηπειλήθη διασάλευσις
τάξεως, ...χιλιάδες παραμένουν λιπόθυμοι εκ πείνης αναμένοντες αποστολήν
αραβοσίτου..."τηλεγραφεί από το Μουζάκι ο ανταποκριτής της εφημερίδας
Θάρρος των Τρικάλων με το ψευδώνυμο 'Καίσαρ' αναφέρει – μεταξύ άλλων – ο
κ. Γούσιας, στηριζόμενος σε δημοσιεύματα των εφημερίδων εκείνης της
εποχής.
Αφορμή
για την ιστορική αυτή αναδρομή, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Γούσιας,
αποτέλεσε "ένα ειδησάριο για τη δημιουργία κοινωνικού παντοπωλείου στο
Μουζάκι καθώς και η διανομή τροφίμων σε 602 οικογένειες της Αργιθέας"
αλλά και η γενικότερη δύσκολη οικονομική συγκυρία.
Η
κάλυψη των γεγονότων του Μουζακίου είναι εκτενέστερη, σύμφωνα με τον
ίδιο, στην εφημερίδα "Η Αναγέννησις" των Τρικάλων, της οποίας ο
ανταποκριτής γράφει: "Δύο χιλιάδες περίπου ορεινοί, άνδρες, γυναίκες,
παιδιά και κοράσια εκ διαφόρων ορεινών διαμερισμάτων, από πρωίας
κατέκλυσαν την αγοράν μας, ίνα προμηθευθώσιν αραβόσιτον. Καθ' ομάδας δε
και με κενούς σάκκους επ' ώμου και ανά χείρας περιήρχοντο την αγοράν μας
ίνα εύρωσιν έστω και ολίγας οκάδας αραβοσίτου.
Δυστυχώς
όμως αι αποθήκαι ήσαν όλαι κεναί καθ' όσον από τριών περίπου εβδομάδων
αραβόσιτος δεν υπάρχει εις την αγοράν μας. Τούτου ένεκεν καθ΄ομίλους
συγκεντρωμένοι άλλοι μεν εσχολίαζον, αλλοι εμεμψιμοίρουν και άλλοι
εφώναζον «καλαμπόκι», «πεινάμε». Εκείνο το οποίον μας έκαμε εξαιρετικήν
εντύπωσιν είναι ότι στα πρόσωπα πολλών τούτων ήσαν ευδιάκριτα τα ίχνη
των αποτελεσμάτων της πείνης. Δεν ήσαν οι συνήθεις ορεινοί τους οποίους
άλλοτε εβλέπαμεν με ζωήν και ενεργητικότητα. Ομοίαζον με σκελετούς ή
σκιάς ανθρώπων εις ους καταφανή ήσαν τα σημεία της απογνώσες ως και
ευδιάκριτα τα ίχνη της εξαντλήσεως, τέλος άνθρωποι μόλις συγκρατούμενοι
εις τα πόδια των. Το ροδόχρουν χρώμα όπερ εστόλιζε άλλοτε τα παρειάς των
ορεινών γυναικών και κορασίων είχε αντικατασταθεί από το αποκρουστικόν
πράσινον τοιούτον λόγω της ανεχείας και της κακής και πλημμελούς
διατροφής".
Σε
άλλο κείμενο της εποχής, από τον "Ριζοσπάστη", που δημοσιεύεται λίγες
ημέρες αργότερα, επισημαίνεται: "Στα πρόσωπα όλων αυτών έβλεπε κανείς
έκδηλα τα σημεία της πείνας που μας έχει ρίξει η κεφαλαιοκρατική
κυβέρνηση. Δεν ήταν οι παλιοί ορεινοί που τους γνώριζε κανείς με ροδαλό
πρόσωπο, αλλά σκελετωμένοι άνθρωποι που έμοιαζαν με σκιές. Δεν είναι
καθόλου υπερβολή όταν πούμε ότι πολλοί απ΄ αυτούς αρκετές μέρες δεν
έχουν φάει ούτε ένα κομμάτι μπομπότα. Από την πείναν λιποθύμησε ένας
γέρος έξω από το φαρμακείο του Κούρτη και μια κοπέλα έξω από το
ειρηνοδικείο. Έτσι μας κάνει η κυβέρνηση, αγνώριστους".
Και
συνεχίζει με τα γεγονότα της ημέρας: "Από πολύ νωρίς, οι αρχές όταν
είδαν τόσους αγρότες, πήραν έκτακτα μέτρα. Ολόκληρη η χωροφυλακή
κινητοποιήθηκε και με περιπολίες διέτρεχε όλο το χωριό. Ο σταθμάρχης, ο
έφορος, ο ειρηνοδίκης, προσπαθούσαν να καθησυχάσουν τους χωρικούς,
λέγοντάς τους ότι θα μοιραστεί καλαμπόκι, αλλά επειδή δεν βρίσκεται στις
αποθήκες, πρέπει να περιμένουν.
Τηλεφωνούσαν
διαρκώς στην Καρδίτσα να στείλουν καλαμπόκι, τονίζοντας πως δεν μπορούν
να κρατήσουν την εξέγερση των αγροτών. Οι αγρότες, όσο περνούσε η ώρα
και δεν έφτανε το καλαμπόκι, ξεσπούσαν σε εκδηλώσεις αποδοκιμασίας.
Πολλές ομάδες άρχισαν να φωνάζουν: «ΠΕΙΝΑΜΕ», «ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ», «ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ
ΦΑΜΕ».
Στη
ζωαγορά, επισημαίνει ο κ. Γούσιας, συγκεντρώθηκε μια μεγάλη μάζα
αγροτών και ξεσπούσε σε εκδηλώσεις αποδοκιμασίας κατά του κράτους και
της Αγροτικής Τραπέζης. "Διαρκώς ακούονταν οι φωνές 'πεινάμε, θέλουμε να
φάμε'. Η αστυνομία επενέβη και άρχισε να τρομοκρατεί τους αγρότες, ότι
θα τους στείλει στον εισαγγελέα, σύγχρονα δε προσπαθούσε να τους
καθησυχάσει με υποσχέσεις, πως σε λίγο θα φτάσει καλαμπόκι. Στις 6 το
απόγευμα, έφεραν ένα βαγόνι καλαμπόκι από το σταθμό Καλυβίων με
αυτοκίνητα. Ένα βαγόνι όμως σε τόσο πεινασμένο κόσμο δεν είναι τίποτα.
Το διατίμησαν προς 3,80 την οκά και έδιναν 10 οκάδες σε κάθε οικογένεια.
Δέκα οκάδες όμως σε μια οικογένεια που το χωριό της απέχει απ' εδώ 2
και 3 μέρες είνε μια φανερή κοροϊδία. Τι να πρωτοκάνουν με δέκα οκάδες
καλαμπόκι; Πρέπει να σημειωθεί πως πολλοί έφυγαν χωρίς να πάρουν γιατί
δεν είχαν τις 38 δραχμές που χρειάζονταν για τις 10 οκάδες. Κάθε μέρα
και η πείνα παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Πολλοί αγρότες πήγαν στο
Μητροπολίτη και τον παρεκάλεσαν να μεσολαβήσει όπως τους σταλεί
καλαμπόκι για να μην πεθάνουν από την πείνα. Μα αυτός, όπως και ο
σταθμάρχης και τα άλλα τσιράκια του κεφαλαίου, τους σύστησε υπομονή".
Ταυτόσημα
είναι και τα συμπεράσματα του συντάκτη της "Αναγέννησις", ο οποίος
διαπιστώνει: "Εν βαγόνιον αραβοσίτου δια τόσας χιλιάδας οικογενείας
πεινώσας, αποτελεί σταγώνα εν τω ωκεανώ. Τι να κάνει τας δέκα οκάδας ο
ορεινός χωρικός και μάλιστα όταν το χωρίον του απέχει 2 και 3 ημέρας απ'
εδώ. Αυτός να φάγη ή η οικογένειά του; Δεν σώζεται η κατάστασις με ένα
βαγόνιον ουδέ χορταίνουν αι οικογένειαι των ορεινών με δέκα οκάδας
καλαμπόκι. Χρειάζεται καλαμπόκι αρκετό δια να χορτάσωσιν οι άνθρωποι
μέχρις ότου αρχίση ο θερισμός της κριθής, ότε και εξοικονομούνται τότε
μεταξύ των και αυτό πρέπει να το εννοήση η Αγροτική Τράπεζα, άλλως θα
έχωμεν λυπηρά γεγονότα τα οποία εξ ολοκλήρου θα βαρύνουν αυτήν".
Από
την πλευρά του, ο "Ριζοσπάστης" δεν παραλείπει να επισημάνει, ότι "αν
(οι αγρότες) κινητοποιόντουσαν πιο οργανωμένα, αν σε κάθε χωριό είχανε
επιτροπές αγώνα, όπως τους λέει το Κομμουνιστικό Κόμμα και είχανε
επικεφαλής τους κομμουνιστές, τότες όχι μόνο το ένα βαγόνι θα φέρνανε οι
αρχές, αλλά και θα αναγκαζόντουσαν να το μοιράσουν δωρεάν".
"Οι
Θεσσαλοί αγρόται ζητούν καλαμπόκι επί πληρωμή και δεν βρίσκουν – Το
χθεσινόν συλλαλητήριον στο Μουζάκι" είναι ο τίτλος τηλεγραφήματος της
Ακροπόλεως, η οποία αναφέρει ότι "oι πεινώντες χωρικοί, μη ευρίσκοντες
αραβόσιτον, συνεκρότησαν αυθόρμητον συλλαλητήριον, κατά το οποίον
ηπειλήθη η διασάλευσις της τάξεως, λόγω του κρατούντος ζωηρού ερεθισμού»
και παρατηρεί ότι το ποσόν του αραβοσίτου που εστάλη «τυγχάνει τελείως
ανεπαρκές, δεδομένου ότι χιλιάδες αγροτών έχουν φθάσει εις το σημείον να
λιποθυμούν εκ πείνης»".
"Η
κατάστασις είναι απελπιστική" γράφει η αθηναϊκή εφημερίδα "Ελεύθερος
Άνθρωπος" και συμπληρώνει πως "εάν δεν αποσταλή εκ Βόλου αρκετή ποσότης
αραβοσίτου, δεν αποκλείεται να λάβουν ώραν αιματηραί σκηναί".
Κάπως
έτσι καλύφθηκαν από τον τύπο τα γεγονότα που συνέβησαν στο Μουζάκι, που
αποτελούν ίσως τη μεγαλύτερη κινητοποίηση πληθυσμού στην ιστορία του,
καταλήγει ο κ. Γούσιας.
«Κέρδος», ΑΠΕ - ΑΜΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου